- καψέλλα
- Μονοετής πόα (Capsella bursa-pastoris) της οικογένειας των σταυρανθών (δικοτυλήδονα), πολύ κοινή κατά μήκος των αγροτικών δρόμων. Είναι ζιζάνιο των αγρών, διαδεδομένο ακόμα και στις κατοικημένες περιοχές, όπου φύεται στις βάσεις των τοίχων. Έχει βλαστό όρθιο, ύψους 10-50 εκ., αστεροειδή και χνοώδη, με μια αρκετά μεγάλη πασσσαλώδη ρίζα. Τα φύλλα της βάσης είναι έμμισχα, πτεροειδή, διατεταγμένα σε μορφή ροζέτας, ενώ τα φύλλα του βλαστού είναι ακέραια και έλλοβα. Τα άνθη, τα οποία εμφανίζονται από τον Μάρτιο έως τον Νοέμβριο, είναι πολύ μικρά, με τέσσερα λευκά πέταλα, διατεταγμένα κατά αραιό, επιμήκη και επάκριο βότρυ. Κάθε άνθος μετατρέπεται σταδιακά σε μικρούς πράσινους καρπούς, τριγωνικούς και πεπιεσμένους, όμοιους με ποιμενικό σάκο, χαρακτηριστικό που έδωσε την ονομασία στο φυτό. Οι καρποί αυτοί είναι δίχωρα κεράτια με πολλά κοκκινωπά σπέρματα σε κάθε χώρο και είναι εδώδιμοι.
Η καψέλλα η ποιμενοσακοειδής είναι ποώδες ζιζάνιο, πολύ κοινό κυρίως στη δυτική Ελλάδα, όπου φυτρώνει και σε κατοικημένες περιοχές.
* * *ηβλ. καψέλα.
Dictionary of Greek. 2013.